Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2023

Μετά το τέλος (ένα ενοχλητικό γράφημα για την ιστορία της Ελλάδας μετά το 1821)


«Η Ελληνική Επανάσταση ή Επανάσταση του 1821 ήταν η ένοπλη εξέγερση των επαναστατημένων Ελλήνων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σκοπό την αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.» Βικιπαίδεια, λήμμα σε 64 γλώσσες
Μετά το τέλος της Επανάστασης του 1821 και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, χιλιάδες γεγονότα έχτισαν την ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας: Καποδίστριας, Όθωνας, Γεώργιος Α΄, Βαλκανικοί πόλεμοι, Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, Γενοκτονία Ποντίων, Μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή,  Δικτατορία Μεταξά, Ελληνοϊταλικός πόλεμος, Γερμανική Κατοχή, Εθνική Αντίσταση, Απελευθέρωση, Εμφύλιος, εξορίες, Επταετία, μνημόνια, καραντίνα. 

 
ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Μετά το τέλος της επανάστασης,
όλοι ήρωες,
όλοι του αγώνα δυναμικά μετέχοντες
-και ίσως έτσι είναι-
εικόνες διαχρονικές,
στον ήλιο του σήμερα
ανεξίτηλες.


Μα μέχρι το τέλος της επανάστασης,
άνθρωποι,
και κολίγοι και τσιφλικάδες,
και αγωνιστές και Γούσηδες,
και γενναίοι και δειλοί,
και στο φως και στο σκοτάδι,
και στην αλήθεια και στο ψέμα,
και στο δίκαιο και στο άδικο.


Και κάπου εκεί η ελπίδα και τα λάθη.
Η θυσία, η αγνωμοσύνη, 
η μιζέρια κι ο φαγωμός.
Πολύ αίμα, πολύς θάνατος.
Επανάσταση για ελευθερία,
ελευθερία για τον λαό.
Μα πάντα βασιλιάδες, 
αφέντες και δικτάτορες,
 στην πόρτα σου, Ελλάδα.
Σταματελόπουλε, τι άξιζε;


Πάντα σωτήρες πολιτικοί, 
δημοσιογράφοι-αγιογράφοι,
τραπεζίτες και λομπίστες,
ρήτορες και δικαστάδες.
Το νέο κράτος και οι μεγάλες ιδέες
γεννούν γοητευτικούς πρόσφυγες.
Χταπόδια γραπώνουν πτώματα
στο λιμάνι της Σμύρνης.


Προβεβλημένα εισαγωγικά, 
κρυφές παρενθέσεις,
μα κυρίως αποσιωπητικά.
Χρήμα στα λιμάνια των πλουσίων,
χρυσάφι στους δρόμους τους εμπορικούς,
πιστωτικές στο Μολ,
δάνεια και δόσεις για τον ζητιάνο.
Εικονικοί ποδηλατόδρομοι δημάρχων
και μποτιλιάρισμα επιταγών.
Πόζες για αγορές φρεγατών.
Φρεγάτες αντί πυροσβεστικών.
Ραφάλ αντί εκχιονιστικών.
Χρήμα και αίμα
στις τοξικές ράγες.
Παράνομη και καταχρηστική απεργία,
η φωνή του αυτονόητου.
Καμάρι για λαιμητόμους
από κορδωμένους παρουσιαστές ειδήσεων.
Αμερική, Γαλλία, Γερμανία, συμμαχία,
των όπλων αυτοκρατορία.


Καημένε Τούρκε,
δύστυχε Έλληνα,
αρωγέ των βιομηχανιών.
Το χρήμα ζητά όπλα,
τα όπλα θέλουν θερμά επεισόδια,
θέλουν φόβο και μίσος.
Και με το μίσος οδηγό,
στέριωσες σαθρά την καλύβα σου,
χωρίς φως, νερό, φαΐ,
αλλά με χρυσή κλειδαριά, τάχα.
Φτωχέ Έλληνα,
των επιδομάτων επαίτη,
του φόβου λατρευτή.
Κι αν δεν υπέγραψες τότε,
δηλώσεις μετανοίας,
κι αν δεν παρέδωσες τα όπλα,
κι αν στα ξερονήσια 
γνώρισες το θέατρο και την ποίηση,
τώρα ήρθε η ώρα να πληρώσεις,
τραπάροντας με τα δισέγγονα σου
που απολαμβάνουν τη δωρεάν παιδεία
στη φάμπρικα των μεταπτυχιακών.
Πάντα ένα χαρτί θα είναι το ζητούμενο.
Ένα ακριβό χαρτί με υπογραφή,
για ευδαιμονία.


Κι ήρθαν κι οι έρποντες πατριδοκάπηλοι,
ρουφώντας εγκεφαλικά κύτταρα
και σε σμίλεψαν κούφιο και αηδιαστικό
και σε έπεισαν, 
γιατί ήσουν απελπισμένος,
μα όχι δικαιολογημένος.
Κι άρχισες να χτίζεις μια Ελλάδα
ακόμη πιο άσχημη και κακομοίρα.


Και τώρα τι;
Τι γιορτάζεις;
Στη σκηνή ένα παιδί ψελλίζει το ποίημα, 
μπροστά στους επισήμους,
μπροστά στο κενό που χτίζεις,
χρόνια.
Και ένας δασκαλάκος αφελής
αναριγεί,
συμπληρώνοντας ηλεκτρονικές αιτήσεις 
για τη μη παραγραφή δεδουλευμένων.


Πώς γίνονται οι επαναστάσεις;
Θυμάσαι;
Εγώ δεν ξέρω, 
στο σχολείο έμαθα μόνο να γιορτάζω.
Έμαθα το ποίημα μικρός
και μεγάλος, 
φοβάμαι,
φοβάμαι για τη δουλειά μου,
φοβάμαι για το σπίτι μου,
φοβάμαι για τη ζωή μου,
φοβάμαι,
με μεγάλη επιτυχία.


Κι έτσι ως μέρμηγκας,
 με μυαλό τζιτζικιού,
 των απογόνων του Έλγιν ικέτης,
συνεχίζω το χτίσιμο
της έπαυλης των Ελλήνων Βαυαρών
των βαρβάρων Ελλήνων.


Όμως νύχτωσε,
τώρα.
Θα κοιμηθώ στην παράγκα του Καραγκιόζη,
ανάλαφρος, 
ευγνώμων 
για τη γενναία αύξηση του κατώτατου μισθού
και ανεύθυνος
-έτσι με συμφέρει-.
Καληνύχτα.
Καληνύχτα, Ελλάδα.

(Νίκος Συμεωνίδης)