Η Ζέη έγραψε το βιβλίο αυτό στο Παρίσι, όπου ζούσε αυτοεξόριστη με την οικογένειά της κατά τα χρόνια της Δικτατορίας των συνταγματαρχών.
Το 1972, το βιβλίο κυκλοφόρησε στα αγγλικά στις ΗΠΑ και τη Βρετανία.
Η αγγλική έκδοση του μυθιστορήματος βραβεύτηκε το 1974.
Το 1976, το βιβλίο κυκλοφόρησε σε γαλλική μετάφραση, ενώ ακολούθησαν μεταφράσεις και σε άλλες δέκα γλώσσες.
Το βραβευμένο αυτό αντιπολεμικό βιβλίο της Άλκης Ζέη που μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες κι έγινε θεατρικό έργο, μεταφέρει όχι απλώς τα γεγονότα, αλλά την ατμόσφαιρα και τον παλμό μιας ολόκληρης εποχής.
Η Άλκη Ζέη έχοντας ζήσει η ίδια τα γεγονότα τα δίνει με απολαυστική αφήγηση, συγκινητικές περιγραφές, μοναδικό χιούμορ αλλά και πολλή ελπίδα.
Το μυθιστόρημα παρουσιάζει ένα αγόρι, τον Πέτρο, που στην ηλικία των εννιά ετών ζει τον πόλεμο του 1940 και κατόπιν μεγαλώνει μέσα στην κατεχόμενη, από τους Γερμανούς, Αθήνα.
Το μυθιστόρημα παρουσιάζει ένα αγόρι, τον Πέτρο, που στην ηλικία των εννιά ετών ζει τον πόλεμο του 1940 και κατόπιν μεγαλώνει μέσα στην κατεχόμενη, από τους Γερμανούς, Αθήνα.
Το Α΄ μέρος (Όχι), του βιβλίου ξεκινάει με τον θάνατο του τριζονιού του Πέτρου στις 27 του Οκτωβρίου 1940, μια ημέρα πριν την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Τη θλίψη του Πέτρου για τον θάνατο του τριζονιού θα την διαδεχθεί ο ενθουσιασμός για τις νίκες του Ελληνικού στρατού, και αργότερα η πίκρα για την ήττα και την εισβολή των Γερμανών.
Στο Β΄ μέρος (Πεινάω), όλα αλλάζουν για τον Πέτρο και την οικογένειά του.
Όλοι τους ζουν τον πρώτο δύσκολο χειμώνα της Κατοχής.
Στο Γ΄ μέρος (Συσσίτιο), στο σχολείο του Πέτρου αρχίζουν τα συσσίτια, ενώ ο Πέτρος αρχίζει να συνειδητοποιεί πως αρχίζει η Αντίσταση στους κατακτητές.
Στο Δ΄ μέρος (λευτεριά ή θάνατος), ο Πέτρος και ο Σωτήρης συμμετέχουν σε αντιστασιακές πράξεις αλλά γνωρίζουν και τη βαρβαρότητα των κατακτητών, οι οποίοι θα σκοτώσουν τον φίλο του Πέτρου.
Το βιβλίο τελειώνει στις 12 Οκτωβρίου 1944, την επομένη της αποχώρησης των Γερμανών από την Αθήνα.
Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου - Άλκη Ζέη
Ηλικία: 11-18
27 Οκτωβρίου 1940: Σίγουρα θα τη θυμάται αυτή τη μέρα ο Πέτρος γιατί πέθανε το τριζόνι του. Θα τη θυμάται, γιατί την επομένη μέρα άκουσε τη φωνή της μητέρας του να του λέει: «Σήκω, έγινε πόλεμος». Μέχρι τότε ο Πέτρος γνώριζε τον πόλεμο μόνο μέσα από τα βιβλία. Ο Πέτρος, ένα εννιάχρονο αγόρι που μέχρι τώρα νοιαζόταν μόνο για τα παιχνίδια του και τις κινηματογραφικές ταινίες θα γίνει ο πρωταγωνιστής αλλά και ο παρατηρητής σκληρών γεγονότων στα χρόνια της Κατοχής. Ήταν ένα αγόρι με τα ζωάκια του, που το μόνο που είχε να τον απασχολεί ήταν τα μαθήματά του. Και ξαφνικά έρχεται αντιμέτωπος με τον θάνατο, την πείνα, τον φόβο. Ο πατέρας, η μητέρα του, η αδερφή του η Αντιγόνη, ο φίλος του ο Σωτήρης, οι γείτονες ζουν τις ίδιες καταστάσεις αλλά ο καθένας αντιδρά με τον δικό του τρόπο. Ο Πέτρος αγωνιστής και τολμηρός παίρνει μέρος στην Αντίσταση για την ελευθερία της Ελλάδας. Χάνει αγαπημένα του πρόσωπα αλλά δε δειλιάζει.
Απόσπασμα από το τέλος του βιβλίου:
12 Οκτωβρίου 1944. Αν ήταν τώρα ο Θόδωρος, θα μπορούσε ο Πέτρος να γράψει στη ράχη του αυτή την ημερομηνία. Οι χελώνες ζούνε κι εκατό, κι έτσι για έναν αιώνα τουλάχιστο θα 'ξερε όλος ο κόσμος, πως μια τέτοια ημέρα ελευθερώθηκε η Ελλάδα, απ' άκρη σε άκρη…
12 Οκτωβρίου 1944. Αν ήταν τώρα ο Θόδωρος, θα μπορούσε ο Πέτρος να γράψει στη ράχη του αυτή την ημερομηνία. Οι χελώνες ζούνε κι εκατό, κι έτσι για έναν αιώνα τουλάχιστο θα 'ξερε όλος ο κόσμος, πως μια τέτοια ημέρα ελευθερώθηκε η Ελλάδα, απ' άκρη σε άκρη…
Η Δροσούλα θα 'γραφε τώρα σ' ένα μεγάλο πανό με πράσινη μπογιά που δεν ξεβάφει τη λέξη λευτεριά. Της άρεσε αυτή η λέξη και θα την έγραφε μόνη της. Αν ήτανε ο Σωτήρης, θα σφύριζε τώρα του Πέτρου, θα κατρακυλούσαν τις σκάλες και θα βγαίνανε οι δυο τους στους δρόμους της Λεύτερης Αθήνας.
—Θα του το πεις του Γιάννη; πειράζει ο Πέτρος την αδελφή του.
—Τι να του πω; κάνει εκείνη πως δεν καταλαβαίνει.
—Πως τον ερωτεύτηκες.
—Μου πέρασε, λέει η Αντιγόνη. Τώρα δεν είμαι ερωτευμένη με κανέναν. Τώρα αρχίζει καινούρια ζωή.
Έχουν βγει οι τρεις τους με τη Ρίτα στο μπαλκόνι, κι η Αντιγόνη, έτσι όπως απλώνει τα δυο της χέρια, θαρρείς και θα πετάξει.
Πάντα μπροστά μας για μια καινούρια ζωή…
Κάτω από το μπαλκόνι περνάει κόσμος με σημαίες και τραγουδάει.
«Όταν θα τελειώσει ο πόλεμος, Τσουένι μου…».
—Τέλειωνε με τη σημαία, Γκαριμπάλντι, να βγούμε στον δρόμο, ακούγεται από μέσα η φωνή του παππού.
Θα βγούνε στους δρόμους! Δε θα φοβούνται μην τους σημαδέψει κανείς, ίσια στην καρδιά. Ποτέ πια. ποτέ πια.
Έχει ξημερώσει για καλά, ο φθινοπωρινός ουρανός έχει χρώμα μελί. «Το βαρέθηκα το μπλε παστέλ, Τσουένι μου». Αν ήτανε ο Πέτρος ένα μικρό αγόρι, θα μπορούσε να φανταστεί τον Αχιλλέα να μπαίνει μέσα στην Αθήνα καβάλα στο άλογο με το γυμνό σπαθί στο χέρι… Και να στήνει το άγαλμα της Δροσούλας στην πιο μεγάλη πλατεία. «Να πεις στο Τσουένι, την πρώτη ελεύθερη συνοικία, θα τη βγάλουμε Δροσούλα…». Ο Πέτρος, όμως, είναι μεγάλος πια. Το κάγκελο του μπαλκονιού τού φτάνει στη μέση. Κάποιοι του γνέφουν από κάτω. Είναι η «συμμορία» του Σωτήρη. Έχουν φτιάξει από χαρτόνι τον Χίτλερ και μια κρεμάλα. Τραβάνε ένα σπάγκο κι ο Χίτλερ κρεμιέται. Ξελαρυγγίζονται στο τραγούδι.
Ο Χίτλερ εμπατήρισε,
εμπατήρισε, εμπατήρισε.
Έφαγε κουκουτσάλευρο
μπομποτάλευρο
χαρουπάλευρο…
—Έρχομαι, τους φωνάζει ο Πέτρος και κουτρουβαλάει τις σκάλες να πάει μαζί τους κι ας είναι άντρας πια, δεκατριώ χρονώ!!
👀 12 μαθητές γράφουν για το βιβλίο της Άλκης Ζέη, «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου»
Διάβασε, αν θες, και τις παρακάτω αναρτήσεις.